show off



  • WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Collocations
  • English Usage
Σε αυτή τη σελίδα: show off, show-off

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
show off vi phrasal informal (behave boastfully) (καθομιλουμένη)κάνω φιγούρα/μόστρα, κοκορεύομαι, κορδώνομαι, το παίζω έκφρ
  επιδεικνύομαι ρ μ
Σχόλιο: A hyphen is used when the term is a noun.
 He's showing off to impress her.
 Κάνει φιγούρα για να την εντυπωσιάσει.
show [sth/sb] off vtr phrasal sep (display proudly)επιδεικνύω ρ μ
  (καθομιλουμένη)δείχνω ρ μ
 When his famous mother came to school, he showed her off to all his friends.
show [sth] off vtr phrasal sep (draw attention to)τονίζω ρ μ
  αναδεικνύω ρ μ
 He bought a close-fitting shirt that showed off his newly developed muscles.
 Αγόρασε ένα στενό πουκάμισο που τόνιζε τους νεαποκτηθέντες μύες του.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
show-off,
also US: showoff
n
informal ([sb] who is boastful) (καθομιλουμένη)φιγουρατζής, καυχησιάρης ουσ αρσ
 I don't like her – she's such a show-off.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Ο όρος 'show off' βρέθηκε επίσης στις εγγραφές:
Στην αγγλική περιγραφή:

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση show off στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «show off».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!